"Είναι όλες αδύναμες, είναι γυναίκες! Είναι χαζές συγκρινόμενες με τους άντρες. Δε θα ’πρεπε να παίζουν σκάκι, ξέρετε. Είναι σαν αρχάριες. Χάνουν όλες τις παρτίδες τους με τους άντρες. Δεν υπάρχει έστω και μια σκακίστρια σε όλον τον κόσμο που να μην μπορώ να της χαρίσω έναν ίππο και μετά να την κοπανήσω!"
Μη σπεύσετε τώρα εσείς οι σουφραζέτες σκακίστριες να μου πετάξετε ζαρζαβατικά και γιαούρτια και να οργανώσετε διαδηλώσεις κλείνοντας τη Συγγρού στο ύψος της ΕΣΟ για να επιστρέψω όσο ΕΛΟ έχω πάρει ποτέ από γυναίκες σκακίστριες και για να μου αφαιρεθεί το αγωνιστικό μου δελτίο. Γιατί απλούστατα την εισαγωγή δεν την διατύπωσε η αφεντιά μου, αλλά το πιθανό ίνδαλμά σας, ο Μπόμπυ Φίσερ.
Η σκακιστική αυτή διάνοια παίρνει ασφαλώς ακραία θέση (και δεν ήταν μόνο μισογύνης, είχε κι άλλα κουσούρια, αλλά αυτό είναι θέμα άλλου άρθρου), ωστόσο μια σύντομη ιστορική περιοδολόγηση δείχνει πως η γυναικεία παρουσία στο σκάκι σε καμιά περίπτωση δε φτάνει στο ύψος των ανδρικών επιδόσεων. Πράγματι, στην υπεραιωνόβια ιστορία των Παγκόσμιων Πρωταθλημάτων έχουν στεφθεί καμιά δεκαπενταριά άντρες μα καμιά γυναίκα. Οι καλύτερες εξ αυτών έφτασαν σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο, κατάφερναν στο ζενίθ της καριέρας τους να κοπανάνε άντρες γκρανμέτρ, ακόμα και πρωτοκλασάτους, όχι όμως να προκριθούν σε τελικούς και να διεκδικήσουν τίτλους. Αυτό μοιάζει αρχικά παράδοξο αν σκεφτεί κανείς πως η ποιότητα στο σκάκι δε στηρίζεται στα μούσκουλα, μα σε εγγενείς εγκεφαλικές λειτουργίες, όπως την εκμάθηση, τη μνήμη, τη φαντασία, την αναλυτική και τη συνδυαστική σκέψη, στοιχεία ανθρώπινα αλλά όχι ανδρικά ή γυναικεία.
Μετά από τόσα χρόνια η κατάσταση δεν έχει αλλάξει και πολύ. Από την εποχή που η Μέντσικ έβγαλε το γυναικείο σκάκι στο προσκήνιο, μόνο μια χούφτα γυναικών μπόρεσαν να σταθούν με αξιώσεις απέναντι στο αντίθετο φύλο: η Γκαμπριντασβίλι, η Τσιμπουρντανίτζε, φυσικά οι αδερφές Πόλγκαρ, άντε και δυο ή τρεις της νέας γενιάς. Ειδικά στην περίπτωση Πόλγκαρ, και ακόμα ειδικότερα στην Ιουδήθ, συναντάμε το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, αφού από πολύ τρυφερή ηλικία ο πατέρας τους τις έριξε στο σκάκι και άρα ακολούθησαν την ίδια πορεία (προπονήσεων, εμπειριών κτλ) με οποιονδήποτε άνδρα πρωταθλητή. Κι όμως δεν κατόρθωσαν να υπερβούν τα εσκαμμένα. Αλλά και σε χαμηλότερο επίπεδο να κοιτάξει κανείς, βλέπει να επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό. Το θηλυκό στοιχείο σε ρόλο κομπάρσου στη συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών και εγχώριων όπεν. Γιατί άραγε; Τι είναι αυτό που μοιάζει να εμποδίζει τη γυναικεία φύση να κατακτήσει το σκακιστικό Όλυμπο; Είναι τελικά το σκάκι ένα ανδρικό άθλημα;
Στην τελευταία ερώτηση απαντά καταφατικά μια έρευνα που είδε το φως της δημοσιότητας το 1992 και μου έγινε γνωστή από το ενδιαφέρον ιστολόγιο του Τ. Δρεπανιώτη (www.greekchesspolitics.wordpress.com) και πολύ γέλασα.
Σε αυτήν λοιπόν εξετάζεται η επίδραση της ορμόνης τεστοστερόνης (Τ) στην «κατανομή στα επίπεδα ιεραρχίας». Για να μην μακρηγορώ, οι επιστήμονες της Αμερικανικής Κοινωνιολογικής Εταιρίας καταλήγουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, πως η ύπαρξη της Τ. σε υψηλά επίπεδα συμβάλει στην σκακιστική επιτυχία, αφού όσοι είχαν νικήσει σε ένα τουρνουά, την είχαν σηκωμένη (την Τ!). Άρα, λένε οι επιστήμονες, οι γυναίκες -που δεν έχουν Τ.- είναι μαζέτισσες (αυτό μάλλον θα το διορθώσει ο Σαραντάκος, εννοώ τη λέξη).

Έχει ήδη γίνει εμφανές, φαντάζομαι, το πόσο διαφωνώ. Σε ένα τουρνουά σκάκι είναι ευνόητο πως οι παίκτες που ετοιμάζονται να αρχίσουν μια παρτίδα έχουν κάποιο άγχος, ενώ αυτοί που έχουν κερδίσει, μια κάποια ευφορία. Και στις δύο περιπτώσεις μια ορμόνη πράγματι βάζει το χεράκι της. Αυτή όμως δεν είναι η τεστοστερόνη, μα η αδρεναλίνη (άντε και η σεροτονίνη). Το γεγονός ότι η αδρεναλίνη επηρεάζει και τα επίπεδα της Τ. στους άντρες, εξηγεί και το κλινικό αποτέλεσμα. Η τεστοστερόνη παράγεται από τα διάμεσα κύτταρα του Leydig, και τα μωρά βρίθουν από δαύτη. Άρα ο γιος μου έπρεπε να με κοπανάει ήδη (και να λείπουν τα κακεντρεχή σχόλια, του τύπου «γιατί; δεν το κάνει;»). Επιπρόσθετα, όσοι άνδρες έχουν αυξημένα επίπεδα Τ. θα έπρεπε να είναι σκακισταράδες, όπως για παράδειγμα οι φαλακροί, οι τριχωτοί, όσοι έχουν μπάσα φωνή, υψηλό αιματοκρίτη ή σκληρό δέρμα! Τέτοιες έρευνες, έχουν τουλάχιστον ένα ad hoc άγγιγμα, για να μην πάω παραπέρα και μιλήσω για ρατσισμό.
Θυμάμαι μια ακόμα έρευνα του 1995, από το Πανεπιστήμιο του Κλήβελαντ, που κατέληγε (με τη βοήθεια ενός δάσους ηλεκτροδίων) στο ότι οι γυναίκες χρησιμοποιούν καλύτερα τον αριστερό βρεγματικό λοβό του εγκεφάλου, ενώ οι άντρες τον δεξί αντίστοιχο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να υπερτερούν των ανδρών στις λεκτικές και στις χρωματικές δοκιμασίες, καθώς και στη μνήμη, ενώ υστερούσαν στη χωροαντιληπτική ικανότητα και τις μαθηματικές ασκήσεις. Ακόμα κι αν η ομάδα του Κλήβελαντ ήταν ακριβής (πράγμα για το οποίο δεν είμαι πεπεισμένος αφού το δείγμα ήταν μικρό και οι άνθρωποι τόσο μα τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους), αυτό στο σκακιστικό επίπεδο δεν αποδεικνύει και πολλά πράγματα αφού οι αρετές για έναν σκακιστή μοιράζονται ισόποσα.
Θα έχετε εικάζω συναπαντηθεί με τον δημοφιλή μύθο που λέει πως για να παίζεις καλό σκάκι, τότε ασφαλώς θα είσαι έξυπνος. Ελπίζω να προσπαθείτε να τον καταρρίψετε, αφού ξέρουμε καλά πως όποιος παίζει σκάκι (εκτός του ότι χάνει βλακωδώς το χρόνο του στο μπλιτς) δεν είναι απαραίτητα και οξύνους. Χρησιμοποιήθηκε εντούτοις κι αυτό το σαθρό επιχείρημα για να «αποδείξει» την αντρική νοητική υπεροχή. Αλί και τρισαλί! Ο εξυπνότερος άνθρωπος στον κόσμο είναι γυναίκα και λέγεται Μαίριλυν Σάβαντ (ή κάπως έτσι) και είναι διαφημίστρια στο επάγγελμα. Έχει IQ 217 (όταν ο Αϊνστάιν είχε κάπου 170 και ο «μέσος άνθρωπος» κάπου 100). Δεν ξέρω αν την έχει στο μεταξύ περάσει κανείς άνδρας, ούτε ξέρω αν έχει διεθνή αξιολόγηση στο σκάκι, ξέρω όμως πως δεν υπάρχουν χημικές ουσίες και βιολογικά εφαλτήρια πίσω από το σκάκι. Κάπου αλλού πρέπει να ψάξουμε για να εντοπίσουμε την αφύσικη απόκλιση στις σκακιστικές επιδόσεις ανδρών και γυναικών.
Μια παράμετρος που πρέπει να αξιολογηθεί σοβαρά έχει να κάνει με την αργοπορημένη είσοδο των γυναικών στο καθαρά αγωνιστικό σκάκι. Στα σκακιστικά καφενεία του Παρισιού το 18ο ή το 19ο αιώνα, ούτε που μπορούσε μια γυναίκα να διανοηθεί να παίξει σκάκι (και δεν έφταιγε αποκλειστικά ο καπνός).
Ακόμα και σ’ έναν γυναικείο χώρο, στο οτέλ παρτικιουλέρ της μαντάμ ντε Λαφαγέτ για παράδειγμα, οι άντρες ήταν συνήθως οι πρωταγωνιστές πάνω από την αλαβάστρινη σκακιέρα. Αυτό συνεχίστηκε για πολλές δεκαετίες και νομίζω πως η πραγματική αλλαγή άρχισε να παρατηρείται στην μετεπαναστατική Ρωσία, αφού για λόγους επιβεβαίωσης της πολιτικής ιδεολογίας, οι γυναίκες έπρεπε να έχουν ίσες ευκαιρίες με τον άντρα, ακόμα και στο σκάκι. Βέβαια, η κατάσταση σήμερα έχει βελτιωθεί, εντούτοις μόλις το 1% των 300 κορυφαίων σκακιστών είναι γυναίκες, και μόλις το 5%, ανάμεσα σε αυτούς που έχουν διεθνή τίτλο. Μην εθελοτυφλούμε. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη βάση. Έχω την αίσθηση πως ο μακρόχρονος αυτός κοινωνικός αποκλεισμός στοίχισε στο γυναικείο σκάκι, όπως έγινε και σε άλλους τομείς, λόγου χάρη στην πολιτική ή τις επιστήμες. Κάτι που αλλάζει όλο και με πιο ταχείς ρυθμούς.
Αλλάζει, αλλά δεν έχει αλλάξει. Θυμάμαι περίπτωση πατέρα που αποτράβηξε τη δεκτική θυγατέρα του από τα μαθήματα σκάκι. Η αιτιολόγησή του ήταν αποστομωτική: «Και τι θα κάνει η κόρη μου; Θα παίζει τάβλι στα καφενεία;». Αμέλησα να του επισημάνω πως το μόνο τάβλι που είχε να φοβάται ήταν αυτό στο εσωτερικό του κρανίου του (πιθανότατα «φεύγα»). Το αγωνιστικό σκάκι απαιτεί για ένα κορίτσι το μοιραίο συγχρωτισμό με πολλά αγόρια, κάτι που φαίνεται να θορυβεί τους γονείς, ακόμα και σε πιο προοδευτικές κοινωνίες από τη δικιά μας. Πόσο μάλλον που το σκάκι σε χώρες όπως η Ελλάδα, δεν υπόσχεται στα κορίτσια καμιά επαγγελματική εξασφάλιση (ούτε καν έναν καλό γαμπρό!). Όπως και να ’χει, στην καλλιέργεια των βλασταριών, αυτό που μετράει περισσότερο είναι οι γονικές επιλογές. Πόσες φορές δεν έχετε ακούσει κάτι σαν κι αυτό: «ο Γιωργάκης πηγαίνει σκάκι και μπάσκετ και η Μαιρούλα μπαλέτο και αγγειοπλαστική»; Η –έστω και υποσυνείδητη- αναπαραγωγή τέτοιων στερεότυπων παίζει ασφαλώς το ρόλο της. Η μετέπειτα μητρότητα και οι ευθύνες της αναμφίβολα παίζουν τον δικό τους.

Νέο φως στο θέμα ρίχνει μια σχετικά πρόσφατη μελέτη (Μάρτης 2009) του τμήματος Πειραματικής Ψυχολογίας του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Σ’ αυτή παρουσιάζεται μεταξύ άλλων η κλιμάκωση του ΕΛΟ των παιδιών από τα πρώτα τους σκακιστικά βήματα και καθώς ωριμάζουν. Αποδεικνύεται λοιπόν πως τα κορίτσια δεν υστερούν καθόλου των αγοριών, ούτε στη συμμετοχή, ούτε στην αγωνιστικότητα, ούτε εν τέλει στη συνολική πρόοδο στο άθλημα. Εισέρχονται, βελτιώνονται ή και αποχωρούν από το σκάκι, με τους ίδιους ρυθμούς που το κάνουν και τα αγόρια. Αυτό που μοιάζει ωστόσο κρίσιμη παράμετρος στην έρευνα, είναι το ποσοστό συμμετοχής των κοριτσιών. Όταν αυτό είναι χαμηλό, τα αποτελέσματα αρχίζουν να αποκλίνουν. Όταν όμως κυμαίνεται γύρω στο 50%, τότε οι στατιστικές καμπύλες της έρευνας επιβεβαιώνονται. Ξέρω πως δεν μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστο δείγμα, μα θα το αναφέρω. Στο φετινό σχολικό πρωτάθλημα στο Μεγανήσι τα κορίτσια αποτελούσαν το 30% και κανένα τους δεν μπήκε στην εξάδα. Πέρσι το ποσοστό ήταν 42% και βρέθηκαν δύο κοπέλες στην τετράδα. Τυχαίο; Ίσως. Ίσως πάλι όχι.
Θα επιμείνω λίγο στην προηγούμενη έρευνα, γιατί θεωρώ το σημείο «ποσοστιαία συμμετοχή» το κλειδί της υπόθεσης. Γιατί άραγε οι Κινέζοι σάρωσαν τα μετάλλια στην τελευταία Ολυμπιάδα στο Πεκίνο; Όχι βέβαια μόνο και μόνο επειδή έπαιζαν εντός έδρας. Ούτε που μπορεί να πιστέψει κανείς πως έγιναν τόσο σύντομα κράτος αθλητών επειδή απέκτησαν τις κτιριακές υποδομές και τις προπονητικές προϋποθέσεις άλλων δυτικών κρατών, τη στιγμή που μεγάλα κομμάτια της χώρας μαστίζονται από την ανέχεια. Πιστεύω πως η εξήγηση έχει να κάνει με τη μαζικότητα. Εκατομμύρια αθλητές σημαίνει και εκατομμύρια ευκαιρίες για να αναδειχθούν πρωταθλητές. Κάτι ανάλογο έγινε σε μας μετά την έκρηξη της κατάκτησης του Ευρωμπάσκετ του 1987. Αυξήθηκε μαζικά η ενασχόληση με το άθλημα και σήμερα αυτό εξαργυρώνεται με διαρκείς διακρίσεις. Το ίδιο θαρρώ ισχύει και στο σκάκι της Ρωσίας. Υπό το ίδιο πρίσμα πρέπει να δει κανείς τη σχέση σκάκι και γυναικών. Η ελλιπής εκπροσώπηση του θηλυκού πληθυσμού είναι, κατά την ταπεινή μου άποψη, ο βασικότερος λόγος της υστέρησης στα αποτελέσματα. Για να το θέσω διαφορετικά, αν αύριο η FIDE έβγαζε φιρμάνι σε όλα τα τουρνουά να συμμετέχουν σε ίσο ποσοστό τα δύο φύλα (και το ίδιο ίσχυε φυσικά και στη βάση του αθλήματος), τότε δε νομίζω να απαιτούνταν περισσότερο από δέκα ή είκοσι χρόνια για να καμαρώσουμε την πρώτη Παγκόσμια Πρωταθλήτρια.
Μολονότι για κάποιους από μας είναι πολύ σημαντικό και για κάποιους ακόμα και βιοποριστικό, το σκάκι δεν παύει να είναι ένα παιχνίδι. Αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι μήπως τελικά οι γυναίκες, που αποδεδειγμένα ωριμάζουν νωρίτερα (εκτός από μερικές που έχουν την ενοχλητική συνήθεια να μας βουλιάζουν τα καραβάκια στη μπανιέρα και να μας χαλάνε τα τραινάκια στο σαλόνι), απλά το σνομπάρουν. Πόσο πολύ θα ομόρφαιναν όμως τα τουρνουά αν κατακλυζόντουσαν από σκακίστριες! Πόσο περισσότερο ενδιαφέρον θα προσέλκυαν! Σίγουρα τόσο που θα προσπαθούσα να παίζω συχνότερα. Ίσως μάλιστα τότε να μην με πείραζε ακόμα και το να υποστώ κάποια ήττα από γυναίκα. Εννοείται την πρώτη μου…