Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2010

ΤΙ ΜΕΓΑΝΗΣΙ, ΤΙ ΜΑΚΡΟΝΗΣΙ!

Σε προηγούμενο άρθρο μου είχα παρουσιάσει έναν χάρτη του Μεγανησίου από το 1646, όπου εμφανιζόταν μια πρώιμη αναπαράσταση του νησιού. Είχα μιλήσει και για την ιστορία του πορτολάνου εκείνου, του παλιότερου που είχα υπόψη μου, φυσικά με τις αδρές και ανακριβείς χαράξεις που επέτρεπαν τα όργανα και τα ναυσιπλοϊκά μέσα της εποχής. Είχα μάλιστα ζητήσει να με ενημερώσει όποιος είχε γνώση κάποιας παλιότερης απεικόνισης. Το αίτημά μου δεν έπεσε στο κενό! Μάλιστα ο κ. Κολυβάς, διαχειριστής της σελίδας www.lefkada.at ανακάλυψε έναν άτλαντα του 1598, όπου όμως το Μεγανήσι ίσα που διακρίνεται δίπλα στην άμορφη και κακοτοποθετημένη Λευκάδα.

Η ουσιαστικότερη ανταπόκριση κατέφθασε στο μπλογκ μου, από φίλους αναγνώστες. Ένα εντυπωσιακό δείγμα μου πάσαρε η σχολιάστρια «Evelyn». Πρόκειται για έναν οθωμανικό πορτολάνο χρονολογίας κάπου στο 1600. Προκαλεί θαυμασμό η εξαιρετική προσέγγιση των οθωμανών ναυσιπλόων, πράγμα που αποδεικνύει και την κυριαρχία τους εκείνη την εποχή στη Μεσόγειο, παρά τη δραματική ήττα του 1571 στην ναυμαχία της Ναυπάκτου. Εξάλλου ήταν ονομαστή η χαρτογραφική παράδοση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με χαρακτηριστικότερο δείγμα τον περίφημο χάρτη του Piri Reis. Ο πορτολάνος της φίλης μας πουλήθηκε σε ιδιώτη από τον οίκο Κρίστις έναντι… 1.071.650 λιρών Αγγλίας! Τζάμπα πράμα δηλαδή…

Επιστρέφοντας στα καθ’ημάς, η σημαντικότερη συμβολή στην έρευνά μου ήρθε από κει που περίμενα! Ο φίλος, συμπατριώτης και συγγραφέας Δημήτρης Μαμαλούκας με κατεύθυνε σε έναν μικρό θησαυρό. Το Isolario του Antonio Millo. Ο Δημήτρης, συλλέκτης και ο ίδιος incunabula (σπάνια βιβλία προ του 1600, αν και ο όρος έχει κι άλλη σημασία, όπως μπορεί να σας βεβαιώσει ο geolf!) και κοντοχωριανός, ήτοι Λευκαδίτης, είχε γνώση της συγκεκριμένης συλλογής χαρτών των νησιών (αυτό σημαίνει Isolario, νησολόγιο, από το ιταλικό isola-νησί), φτιαγμένη ούτε λίγο ούτε πολύ το 1582! Το ευτύχημα ήταν ότι ο Antonio Millo δεν ήταν Ιταλός, όπως υποψιάζεται αρχικά κανείς, αλλά Έλληνας: ο Αντώνιος από τη Μήλο! Κάπως έτσι το Isolario του κατέληξε σε ελληνικά χέρια, και συγκεκριμένα στην Κύπρια συλλέκτρια Σίλβια Ιωάννου, μέσω του λαχνού 237 σε δημοπρασία των Σόθμπυς, το 1985. Το ακόμα ευτυχέστερο γεγονός ήταν το ότι η κ.Ιωάννου επέτρεψε την έκδοση του χρυσοποίκιλτου βιβλίου από τις εκδόσεις AdVenture, το 2006, κι έτσι το κρατώ πια στα χέρια μου (με λογικό αντίτιμο).

Έμπειρος ναυτικός και άριστος χειριστής του αστρολάβου, ο Αντώνιος προσφεύγει κάπου στα μέσα του 16ου αιώνα στη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, όπου και προσφέρει τις χαρτογραφικές του υπηρεσίες σε διάφορα εξειδικευμένα τυπογραφεία, όπως εκείνο του Πορτογάλου Diogo Honem ή του Battista Agnese. Οι πρώτοι του χάρτες, κυρίως άτλαντες, διάσπαρτοι σήμερα σε διάφορες βιβλιοθήκες και ιδιωτικές συλλογές της Ευρώπης και της Αμερικής, χρονολογούνται από το 1557. Μιας κι η περιγραφή του το 1582 από έναν Γερμανό πρέσβη είναι αυτή ενός «γέροντα πολυταξιδεμένου Έλληνα», υποθέτουμε ότι γεννήθηκε στις αρχές του αιώνα και αφού ο τελευταίος χάρτης του χρονολογείται το 1591, πρέπει να πέθανε τότε ή λίγο αργότερα.

Το βιβλίο είναι ένα καλοδιατηρημένο χειρόγραφο με πολυτελές δέσιμο διαστάσεων 28Χ20.5 cm, με 94 χάρτινα φύλλα. Έχει χρησιμοποιηθεί καστανό μελάνι και σε κάποια σημεία κόκκινο, ενώ τα δεσίματα και οι λετρίνες (κεφαλαία γράμματα τίτλων) είναι από χρυσό. Το Isolario αφιερώνεται στον μαρκήσιο Sforza Palavicino, προφανώς ευγενή επιδάψιλο του τσουχτερού έργου, και έχει υψηλή καλλιτεχνική όσο και χρηστική αξία. Περιλαμβάνει πάμπολλα νησιά της Μεσογείου και παραθέτει όχι μόνο τους χάρτες τους και τις σημαντικές τοποθεσίες μα και χρήσιμες πληροφορίες ελλιμενισμού, ναυτικές αποστάσεις σε μίλια, επικίνδυνες ξέρες, ιστορικά στοιχεία ή ακόμα και μύθους των νησιών! Το νησολόγιο αυτό θεωρείται από τους ειδικούς ένα από τα παλιότερα που υπάρχουν και ίσως το παλαιότερο με τέτοια ακρίβεια, ποιότητα και περιγραφικότητα. Και ιδού ο χάρτης του 1582 της ιδιαίτερης πατρίδας μας:

Όπως βλέπουμε, η αποτύπωση του Μεγανησίου είναι κάπως χονδρική, πιθανότατα επειδή δεν είχε αξία για τον ναυτικό ο περίπλους του νησιού. Μάλιστα η ονομασία που του αποδίδεται είναι Machroniso (Μακρονήσι!). Το ίδιο ισχύει και για τη Σάντα Μάουρα (Λευκάδα), όπου όμως περιγράφεται το κάστρο και ο δίαυλος. Ο χάρτης απεικονίζει τα νησιά μας κοντά στον Πατραϊκό κόλπο και σημειώνει την Πάτρα, αλλά και την απόσταση από τη Ναύπακτο (Lepanto) και την Κέρκυρα.

Ειδικά για το…Μακρονήσι αναφέρει: «Et al capo di tramontana di ditto porto vi e il scaglio ditto Macronissi et un porto piu verso tramontana ditto Ftellia con una buona valle con acqua da bere. Da questo porto alle Draconere per levante sono miglia no.6. Da ditto luoco alli Curzolari per sirocco sono miglia no.15».

Δηλαδή: «Και προς το ακρωτήρι της τραμουντάνας αυτού του λιμανιού βρίσκεται ένας σκόπελος που λέγεται Μακρονήσι και ένα λιμάνι, πιο πέρα προς την τραμουντάνα, που λέγεται Φτελιά, μ’ έναν καλό όρμο και με πόσιμο νερό. Από το λιμάνι αυτό στις Δρακονέρες, προς τον λεβάντε, είναι μίλια 6. Από τον ίδιο τόπο μέχρι τα Κουρτζολάρι προς τον σιρόκο, είναι μίλια 15». Εκπληκτική περιγραφή 430 ετών!

Είναι προφανές ότι ο συμπαθής Αντώνιος λάθεψε λίγο στο όνομα του νησιού. Μπορεί να του μεταφέρθηκε λάθος, να παράκουσε ή να μετέφρασε το Μέγα- κατά το δοκούν. Ωστόσο είναι επίσης προφανές ότι πάτησε το πόδι του στο Μεγανήσι. Αφήνω στους αναγνώστες την συνέχεια της αναδίφησης στο παρελθόν μας, παρ’ ότι η χαρτογραφική έρευνα μοιάζει να φτάνει στο τέλος της.

Εντούτοις κρατάω ζηλότυπα για τον εαυτό μου μια πληροφορία που πιθανότατα οδηγεί σε έναν ακόμα παλιότερο πορτολάνο του Antonio Millo, θαμμένο σε κάποια αμερικανική χαρτοθήκη. Εν ευθέτω χρόνω θα χώσω την ευμεγέθη μύτη μου σε μερικούς ακόμα πόντους σκόνης. Αν φταρνιστώ θα το μάθετε, σε κάθε περίπτωση όμως το δικό μας Μακρονήσι ζει και βασιλεύει μέσα στους αιώνες!





Σημ: Το άρθρο γράφτηκε για το φιλικό μπλογκ "meganisinews", γεγονός που εξηγεί τα κτητικά επίθετα και αντωνυμίες :-)

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΙΟΝΙΑ

Με μεγάλη μου χαρά είδα φέτος να παίρνει σάρκα και οστά μια παλιότερη ιδέα μου. Τα παιδιά του Δημοτικού και του Γυμνασίου Μεγανησίου έστησαν για το Καρναβάλι το γκρουπ "Δεν είμαστε πιόνια κανενός", με στολές που παραπέμπουν στο σκάκι και μια μεγάλη σκακιέρα πάνω στην οποία ο χορός έδωσε και πήρε!



Εκτός από το Μεγανησιώτικο Καρναβάλι ( στο οποίο, να σημειωθεί, η αφεντιά μου συμμετέχει στο γκρουπ "Το γέλιο της αρκούδας", ένα θέμα τσιγγάνικο, όσο και ρουστίκ), τα Μεγανησιωτόπουλα συμμετείχαν σε παρέλαση στη Λευκάδα και στο καθιερωμένο Παιδικό Καρναβάλι της Πάτρας.


Ανάμεσά τους και κάποιοι από τους σκακιστομαθητάδες μου. Το όνομα του γκρουπ δεν ήταν δικής μου έμπνευσης, αλλά πολύ το χάρηκα. Εύχομαι στα συμπατριωτάκια μου να διασκεδάζουν πάντα, να είναι η ζωή τους πολύχρωμη όσο ένα καρναβάλι, γοητευτική όσο το σκάκι και πραγματικά να μη γίνουν ποτέ μα ποτέ τους πιόνια κανενός.

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

ΝΕΦΤΙ ΣΤΟΝ ΚΩΛΟ

Ανακαλώ από καιρό σε καιρό τα παιδικά μου χρόνια. Εικόνες, μυρωδιές, πρόσωπα, τόποι, περιστατικά. Και μετά την εφηβεία μου και τα φοιτητικά μου χρόνια. Και κάθε φορά έχω την αίσθηση ότι όλα αυτά ανήκουν σε μια άλλη εποχή. Ίσως και σε μια άλλη ζωή, τόση απόσταση μας χωρίζει. Πώς λέγεται τώρα αυτό; Γεράματα; Ίσως.

Ίσως πάλι να μην είμαι εγώ που έχω γεράσει (38 είμαι, να ξηγιώμαστε…). Ίσως να’ ναι η ίδια η ζωή που έχει γίνει σαν σταφιδιασμένη γριά, σαν στρυφνή και απαιτητική μέγαιρα, σα να’ χεις μια λάμια για εργοδότη, αν με καταλαβαίνετε. Κάθομαι λοιπόν και κάνω κάτι θλιβερές συγκρίσεις. Ασφαλώς δε θα σας ενδιαφέρουν ή δε θα έχετε χρόνο να τις αξιολογήσετε, αλλά θα καταγράψω μερικές από αυτές, έτσι, για τον χρόνο που μου πήρε να τις μηρυκάσω.



-Παλιά το έτος είχε τέσσερις εποχές. Στις αρχές του Σεπτέμβρη, όταν άρχιζαν τα πρωτοβρόχια, το χώμα μύριζε τόσο έντονα που, ακόμα και σήμερα, ακόμα και τις πιο άνυδρες μέρες του Σεπτέμβρη, η μυρωδιά επιστρέφει στα ρουθούνια μου. Σήμερα όμως δεν υπάρχουν πια τέσσερις εποχές, με εξαίρεση τα CD του Βιβάλντι. Δύο και με το ζόρι.

-Παλιά περιμέναμε να γυρίσει η μάνα με το νερό από το πηγάδι, ή στηνόμασταν με τις ώρες για να πάρουμε ένα δοχείο ανά άτομο στη βρύση. Δε θυμάμαι όμως δίψα. Σήμερα, με τεράστια υδρευτικά έργα συζητάμε για την ανάγκη διαχείρισης των υδάτων.
-Παλιά τρέχαμε με ποδήλατα στις ακτίνες των οποίων στερεώναμε κομμάτια χαρτόνι για να μιμηθούμε τον ήχο μιας μηχανής. Πετούσαμε σαν τον άνεμο και δε θυμάμαι να είχα αργήσει ποτέ. Σήμερα έχουμε αυτοκίνητα πολλών κυβικών, κινούμαστε σαν τις χελώνες και φτάνουμε πάντα αργοπορημένοι.
-Κάποτε και το πιο ασήμαντο γεγονός αποτελούσε αιτία για γιορτή. Σήμερα ακόμα και οι γιορτές αποτελούν αιτία υπεκφυγών.
-Μεγάλωσα σε ένα σπίτι 50 τετραγωνικών που πάντα είχε γωνίες για να ανακαλύψεις και έμοιαζε στα παιδικά μου μάτια σα γήπεδο. Σήμερα ζούμε σε μεγαλύτερα σπίτια αλλά ούτε μυστικά κρύβουν, ούτε χωράμε.
-Παλιά βγαίναμε βόλτα με τους φίλους μας, ενώ σήμερα μπαίνουμε στο διαδίκτυο μπας και τους πετύχουμε στο facebook.
-Μας αρκούσε ένα ταβερνάκι με μουσική, καλή παρέα και μια ψιλοκουβεντούλα για να περάσουμε καλά. Σήμερα μπαίνουμε σε κλαμπ δύο χιλιάδων ατόμων, δεν ξέρουμε και πολλά για την παρέα μας, μιλάμε φωναχτά στ’ αυτιά και περνάμε χάλια.
-Κλειδί στην πόρτα δε θυμάμαι να είχε μπει ποτέ, χώρια που το καλοκαίρι έμενε ορθάνοιχτη. Σήμερα ο κόσμος βάζει συναγερμούς, κάγκελα και κλειδαριές ασφαλείας για να κρατήσει το φόβο του απέξω.
-Δεν είχαμε δραχμή στην τσέπη και δε μας έλειπε τίποτα. Σήμερα έχουμε δικά μας λεφτά και ποτέ δεν μπορούμε να αγοράσουμε όλα όσα θέλουμε.
-Είχαμε δύο τηλεοπτικά κανάλια (ΕΡΤ, ΥΕΝΕΔ) και μας φαινόταν ότι όλα τα προγράμματα, ακόμα και εκείνα τα άθλια αμερικάνικα, ήταν ενδιαφέροντα. Σήμερα έχουμε περισσότερα κανάλια από τη Βενετία και δεν αντέχουμε να την ανοίξουμε τη ρημάδα.
-Γεγονός ήταν τότε μια επιστημονική ανακάλυψη ή ένας πόλεμος. Σήμερα γεγονός είναι ο γάμος ή το διαζύγιο της Μενεγάκη.
-Οι εφημερίδες και τα περιοδικά έπαιρναν συνεντεύξεις από τον Ελύτη και τον Χατζιδάκι. Σήμερα παίρνουν από το Καρβέλα και τη Σάσα Μπάστα.
-Τότε φλερτάραμε και αγγιζόμασταν στα κρυφά. Σήμερα στέλνουμε SMS.
-Κάποτε ο κόσμος δούλευε ένα οχτάωρο. Σήμερα δουλεύει δύο.
-Κάποτε ζούσαν όλοι με το μεροκάματο. Σήμερα ζουν με τις κάρτες.
-Οι τραγουδίστριες τότε τραγουδούσαν με τη φωνή. Σήμερα τραγουδάνε με το βυζί.
-Κάναμε άπειρα πράγματα και είχαμε χρόνο και για τον εαυτό μας. Τώρα πια δεν έχουμε χρόνο για κανέναν.




Είναι κι άλλα που σκέφτομαι και νιώθω σα να άνοιξε το περίφημο και κακόφημο χάσμα των γενεών μέσα μου. Σε αυτό το σημείο θα μου πει, και με το δίκιο του, κάποιος εικοσάχρονος : «Θες να γυρίσεις σε μια εποχή χωρίς υπολογιστές, χωρίς ανέσεις, χωρίς αυτοκίνητα και χωρίς τηλεόραση; Μαλάκας είσαι;» Όχι, ελπίζω όχι. Γιατί δεν είναι νοσταλγία μιας εποχής που πέθανε ετούτο το ποστ. Είναι περίσκεψη για την εποχή που διαλέξαμε να χτίσουμε πάνω στον τάφο της. Γιατί τα «τότε» και τα «κάποτε» έμοιαζαν περισσότερο με ζωή, απ’ ότι τα «σήμερα».

Ίσως βέβαια κάποιος παρατηρήσει ότι ανέκαθεν εκφράζονταν παρεμφερή παράπονα. Ότι οι εποχές αλλάζουν μοιραία και η ζωή είναι ένα τρένο που τρέχει. Ότι οι νέοι είναι πάντα οι σκαπανείς, η δύναμη που ανατρέπει το παρελθόν. Υπάρχει ωστόσο μια μικρή ένσταση από την ταπεινότητά μου. Κι αυτή έχει να κάνει με την ταχύτητα. Στο παρελθόν οι όποιες αλλαγές ήταν σταδιακές και ξετυλίγονταν με σχετικά σταθερό ρυθμό. Η υποτιθέμενη εξέλιξη όμως, σήμερα γίνεται, όχι με σταθερή ταχύτητα, μα με επιταχυνόμενη κίνηση. Οι αλλαγές που προκύπτουν είναι αστραπιαίες, καταρρακτώδεις και ριζικές. Θαρρείς πως το μέλλον έρχεται καταπάνω μας ξέφρενα, σαν ακυβέρνητη νταλίκα.

Τι άμυνες προβάλουν οι νέοι σε αυτόν τον ίλιγγο; Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με 38 GB πληροφοριών. Ο υπολογιστής μου θα είχε στενάξει. Πώς να διυλίσει κανείς αυτόν τον καταρράχτη; Από πού να πιαστεί; Ακόμα και τα σημεία αναφοράς, οι προσωπικότητες, η επιστήμη, οι τέχνες, αποσυμβολοποιούνται ώστε να αποδυναμωθούν. Ό,τι δεν μπορούν να πολεμήσουν απλά το κάνουν μόδα, μέχρι να εκφυλιστεί. Έτσι εξηγείται η αθρόα παραγωγή μαζικής κουλτούρας, ανώδυνης και εύπεπτης. Κάπως έτσι γίνεται σοκολατάκι η Μόνα Λίζα, πόστερ ο Αϊνστάιν και μπλουζάκι ο Τσε.

Και το «τότε» τι διαφορά είχε; Ξαναρίξτε μια ματιά στην πρόχειρη λίστα μου. Αυτό το «τότε» μου φαίνεται πιο οικείο, πιο ζεστό, πιο ανθρώπινο και –κυρίως- πιο κατανοητό. Αυτό το «τότε» θα το ονόμαζα «ζωή». Σήμερα η ζωή τρέχει σα να της έχουν βάλει νέφτι στον κώλο. Κι εμείς, σαν τον Νασρ-εντ-Ντιν, βάζουμε νέφτι και στον δικό μας μπας και την προλάβουμε. Αυτό που ζούμε δεν είναι ζωή. Είναι η σκιά της.


«Και τι προτείνεις ρε μεγάλε;» θα πει η φωνή της λογικής που αρέσκεται στο να με ελέγχει. Δυστυχώς δεν έχω να προτείνω μια συλλογική, μια ολοκληρωτική λύση, αν και η θρυλούμενη ολοσχερής καταστροφή του 2012 μου έρχεται κουτί. Έχω όμως να προτείνω μερικές ατομικές λύσεις. Να κλείσουμε τα μάτια μας στο αγοραίο για να ξαναδούμε όνειρα που δεν πουλιούνται. Να βουλώσουμε τα’ αυτιά μας στη βουή για ν’ ακούσουμε το φλοίσβο και το θρόισμα. Ν’ αφιερώσουμε χρόνο για να μετρήσουμε τις ρυτίδες στα πρόσωπα και για να αποτυπώσουμε τις αποχρώσεις της θάλασσας. Να πούμε «σ’ αγαπώ» και «καλημέρα», έτσι, χωρίς αντάλλαγμα. Να περπατήσουμε, να κλείσουμε τα φώτα, να σταθούμε μες στη βροχή, να παίξουμε με τα παιδιά, σαν παιδιά. Και πριν απ’ όλα να καταδυθούμε σ’ αυτό το αβυσσαλέο πηγάδι που μας τρομάζει, την ψυχή μας την ίδια, μπας και ξαναβρούμε στα σκοτάδια τη χαμένη μας αθωότητα.



«Μα…είναι αυτό λύση;» θα αντιτείνει η φωνή. «Έτσι πιστεύεις ότι θα σωθεί ο κόσμος;» θα ειρωνευτεί μετά. Όχι. Έτσι δε θα σωθεί ο κόσμος, ίσως όμως σωθούμε εμείς. Κι αν σωθούν πολλοί από μας, έχει ελπίδα κι ο κόσμος. Ίσως μάλιστα τότε η ζωή να πατήσει φρένο και να προλάβουμε να χωθούμε μέσα να κουρνιάσουμε. Ακόμα όμως κι αν γυρίσουμε κατάμαυροι σαν ανθρακωρύχοι και με χέρια άδεια, από τα έγκατα της ψυχής μας, ακόμα και τότε λέω, θα έχουμε δώσει κάποιο νόημα σ’ αυτό που λέμε ύπαρξη. Αλλά να ξέρετε, ένας ανθρακωρύχος, κάθε που επιστρέφει στο φως, δεν είναι ποτέ ο ίδιος άνθρωπος που χώθηκε στο λαγούμι. Είναι πάντα καλύτερος.


Ξέρω, ξέρω…Ώρες- ώρες μιλάω σαν ξεμωραμένος γέροντας. Αλλά μη δίνετε σημασία. Μη χάνετε άλλο το χρόνο σας. Ασφαλώς κάτι επείγον θα έχετε να κάνετε.









Σημ: Το άρθρο ετούτο το χρωστάω και στις σκέψεις ενός συναδέλφου. Του Γιώργου Πετράκη. Τίποτε άλλο δεν ξέρω γι' αυτόν, μα ποτέ δεν είναι αργά.