Τετάρτη 9 Απριλίου 2008

UNKLE JOHN



Ο μπάρμπας (θείος) μου ο Γιάννης, αδερφός της μάνας μου, μπάρκαρε το '70 σ'ένα σαπιοκάραβο που έπιανε Αμερική. Στο χωριό δεν τον σήκωνε το κλίμα, είχε δείρει μπάτσο που παραφύλαγε να ρουφιανέψει έξω από το σπίτι. Ήταν και οργανωμένος, αντάρτης μαθές ο παππούλης μου ο Νίκος, άστα να πάνε. Στη Νέα Υόρκη βγήκε παράνομα. Άρχισε να περιφέρεται σαν εμιγκρές, όπως τον συμβούλευαν άλλοι που το είχαν κάνει πριν απ' αυτόν. Γνώρισε μια γυναίκα σ' ένα μπαρ. Ήταν χορεύτρια. Ήθελε να γίνει σταρ του Χόλυγουντ, μα ο πατέρας της την είχε διώξει από το σπίτι τους στην Ιντιάνα. Ήταν βλέπεις σοβαρός άνθρωπος, δούλευε για λογαριασμό της NASA.

Ο Γιάννης την ερωτεύτηκε, νομίζω κι αυτή. Λιανός σαν ξώβεργα, παληκαράκι ξανθό και όμορφο ήταν τότε. Ξεχείλιζαν τα νιάτα από πάνω του. Πολύ ήθελε; Παντρεύτηκαν και πήρε την πράσινη κάρτα. Κατέληξαν στο Τέξας. Ο Γιάννης δούλευε ολημερίς σε βενζινάδικο. Η γυναίκα του δεν έβρισκε δουλειά. Είχε βάλει και το χεράκι του κι ο πεθερός που είχε μάθει τα καθέκαστα. Φασούλι το φασούλι, μαζευτήκανε κάποιες σοβαρές οικονομίες. Αρρώστησε και ο ιδιοκτήτης του βενζινάδικου, βρήκε κι έναν άλλο χωριανό ο Γιάννης και πήραν συρμαγιά την επιχείρηση. Ήταν τίμιος και έξυπνος, έκανε προκοπή. Κάθε τόσο έστελνε και ένα γράμμα με ένα κατοσταδόλλαρο στη βάβω μου, τη μάνα του. Γεννήθηκαν και τα παιδιά, αυτό ήταν, στέριωσε ο Γιάννης στα ξένα.

Κύλησε ο ρημάδης ο χρόνος, μπάταρε πολλές φορές την άμμο στην κλεψύδρα του, μα η νοσταλγία ήταν πάντα εκεί σαν μικρό ακούνητο αγκάθι. Κάποτε αποφάσισε να επιστρέψει για να δει τη μάνα και τ' αδέρφια του. Όχι για πολύ, μόνο για το καλοκαίρι. Αυτό έγινε πριν δυο χρόνια. Ήρθε στο χωριό. Μα δεν ήταν ο Γιάννης. Ήταν ο unkle John. Τα πάντα είχαν αλλάξει. Και στο χωριό και στο Γιάννη. Ελληνικά και Αγγλικά ανακατεμένα. Διπλοσάγωνο και χοληστερίνη. Πίεση φουλ και πέντε μπουκαλάκια με χάπια, μεταξύ των οποίων και ένα ελαφρύ αντικαταθλιπτικό. Χωρισμένος και οι κόρες, παντρεμένες πια, μακριά. Είχε όμως πέντε υπαλλήλους, όλους Μεξικανούς. Και δεν είχε άλλες υποχρεώσεις.

"Γιατί δεν έρχεσαι να μείνεις στο νησί;" τον ρωτούσα.
"Δεν κάνω γω για δω. Ούτε αυτοκίνητο δε μορώ να οδηγήσω. Εκεί πάνω είν' όλα αυτόματα".
Ο πραγματικός λόγος ήταν ο φόβος. Η ανασφάλεια που αισθανόταν κάθε φορά που προσπαθούσε να μετρήσει τη ζωή του και του έβγαινε λειψή. Σύντομα κατάλαβα ότι ο νεαρός επαναστάτης είχε γίνει πουριτανός μεσοαμερικανός. Είχε όπλο στο σπίτι. Κατηγορούσε "τους βρωμιάρηδες τους μαύρους" ότι είναι κλέφτες και λωποδύτες. Είχε βέβαια μια γκόμενα Μεξικάνα, αλλά αυτή ήταν μόνο για την "F" word. Οι δουλειές δεν πήγαιναν τόσο καλά όσο παλιά. Του έβαζαν στη μια τσέπη τα δολλάρια και του τα απομυζούσαν από την άλλη. Ήταν και οι races. "Έχω ταϊσει εγώ σκυλιά και άλογα! Ουουου!". Όποτε άνοιγα πολιτική συζήτηση υποστήριζε το Μπους. "Καλά τους έκανε τους Γιουγκοσλάβους. Terrorists είναι όλοι τους! Και οι Άραβες το ίδιο. Ασ' τους να πάνε στο διάολο να καθαρίσει ο τόπος!"

Χάρηκε για το επικείμενο -τότε- βιβλίο μου. "Good! Να μου το στείλεις" -"Διαβάζεις;" -"Σκατά διαβάζω. Μόνο για τις κυνοδρομίες. Μα το δικό σου θα το διαβάσω". Του το έστειλα, μα δεν ξέρω τι τύχη είχε. Το μόνο που θύμιζε τον παλιό Γιάννη ήταν κάποιες στιγμές συγκίνησης. Όταν άκουγε παλιά τραγούδια. Όταν έβλεπε παλιούς φίλους. Τον πήραν δημόσια τα ζουμιά δυο τρεις φορές, του ανέβηκε κι η πίεση, ένιωσε ευάλωτος, τον λυπήθηκα. Προσπαθούσε να μείνει γαντζωμένος σε μια σαπουνόφουσκα. Μια μέρα του έδειξα δύο σουσουράδες στο μικρό κήπο έξω από το φαρμακείο, που είχαν ξεσηκώσει τον κόσμο με πεταρίσματα και τιτιβίσματα. "Έχετε κωλοσούσες στο Χιούστον;" ήταν η ηλίθια ερώτησή μου. Δε μπήκε στον κόπο να τις κοιτάξει. "Απ' όλα έχουμε. Αρκεί να έχεις money".

Πήγαμε και στο πατρικό του. Η πέτρα είχε πάρει να μουχλιάζει. Το ταβάνι ίσα που κρατιόνταν. Οι σανίδες στο πάτωμα είχαν σαπίσει και φαινόταν από κάτω το χώμα. Το κλήμα δεν υπήρχε πια και η μεγάλη συκιά της αυλής είχε γύρει επικίνδυνα μισογκρεμίζοντας το μικρό κοτέτσι από κάτω της. "Θα πέσει" είπε μόνο. "Πόσω χρονώ να είναι;" απόρησα. "Ογδόντα, εκατό, ποιός ξέρει. Πάντα εδώ ήταν. Αχ! πόσες φορές σκαρφάλωσα πάνω της για να μη με δείρει η μάνα μου!".

Η συκιά έπεσε με ένα παρατεταμένο "κρααακ!", ένα μήνα μετά την επιστροφή του στην Αμερική. Του το είπα μόλις πριν ένα μήνα όταν μιλούσαμε στο τηλέφωνο. Έβριζε τους tradesmen που κάνουν παιχνίδια στο χρηματιστήριο με το πετρέλαιο. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του πάντως η τιμή του μάυρου χρυσού θα σταθεροποιούνταν γύρω στα 100 δολλάρια το βαρέλι. Την κατάσταση θα έσωζε η Χίλαρυ. Ήταν η μόνη ελπίδα για την Αμερικανική και την Παγκόσμια οικονομία. Εγώ πάλι έβριζα κατά τα ειωθότα τον καπιταλισμό και μου απαντούσε γελώντας να προσέχω τι λέω γιατί παρακολουθούν όλα τα τηλέφωνα. Μετά του είπα για τη συκιά. Έμεινε για λίγο σιωπηλός. Τον καταλάβαινα. Που θα κρυβόταν τώρα πια; "Γέρασα" βρήκε μόνο να πει.

Η τιμή του πετρελαίου συνεχίζει την ανοδική της πορεία. Το δολλάριο συνεχίζει να υποτιμάται σε σχέση με το ευρώ. Οι σουσουράδες συνεχίζουν να ερωτοτροπούν έξω από το φαρμακείο -αυτές μου τον θύμισαν. Η τελευταία υπόσχεση του unkle John ήταν ότι θα έρθει στο νησί. Πεθύμησε να το ξαναδεί.

Η συκιά πέταξε μέσα από το σχισμένο νεκρό κορμό της τρία νέα βλαστάρια. Δεν του το είπα. Το φυλάω για έκπληξη.

12 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλό το κείμενο, μια ακόμα αληθινή ιστορία που βγάζει συναίσθημα και συγκίνηση.
Άτιμη US, κάνουν λεφτά οι ανθρώποι που στεργιώνουν εκεί, ύστερα υμνούν και τον καπιταλισμό - το χειρότερο είναι ότι έχουν τόσο θυμώσει με τη μητέρα πατρίδα (την Ελλάδα, ας πούμε), που καταλήγουνε... bushists.
Αξιόλογη και η σελίδα σας, εύχομαι να έχετε το κουράγιο να συνεχίσετε.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

Καλώστην την janet!
Όχι πολλά καλά λόγια παρακαλώ γιατί κοκκινίζω με το παραμικρό. Γιατί να μη συνεχίσω; Από κουράγιο τίποτε άλλο. Λίγο περισσότερο χρόνο να είχα...Τώρα που το σκέφτομαι, λες να με έχει βάλει κι εμένα ο καπιταλισμός στα γρανάζια του και να βαυκαλίζομαι με τον πόνο των εμιγκρέδων;

Φαίδρα Φις είπε...

το κείμενό σας μου άρεσε πολύ

χαίρετε

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

@φαίδρα φις
Να' στε καλά φίλη με το υπέροχο ψευδώνυμο.

Φαίδρα Φις είπε...

σας ευχαριστώ πολύ για τη φιλοφρόνηση.

καλό βράδυ

g vrettos είπε...

Προχτες περασα απο το νσι ολοι στη φουρια της καλοκαιρινης ετοιμασιας.
Μετα απο 5 χρονια που ειχα να μπω μεσα εχασα και εγω.
Τι να σου κανει καιο μπαρμπα Γιαννης που περασε ωκεανο σε δυσκολα και σκοτεινα χρονια.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

Εμένα να μη μου κάνει τίποτε ο μπάρμπα Γιάννης και ο κάθε μπάρμπα Γιάννης. Στον εαυτό του να κάνει τη χάρη να είναι περισσότερο άνθρωπινος και λιγότερο αμερικανός. Γιατί αυτά που έχουν σημασία είναι τα χρώματα, οι μυρωδιές, οι σκιές και οι μνήμες ανθρώπων, σπιτιών και δέντρων.
Όσο για το νησί, πράγματι είναι περίοδος οργασμού (και έργων φυσικά!)

Ανώνυμος είπε...

πολύ καλό

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

@ανώνυμος
Και άρα εχθρός του καλύτερου...

mamaloukas είπε...

έλα βρε, ωραίο κ συγκινητικό. δε λες που πρόλαβε κ γύρισε ο Μπαρμπα Γιάννης; Άλλοι έμειναν με το όνειρο...

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

Ναι, κάποιοι έμειναν πράγματι πίσω. Γιατί το "πίσω" δεν είναι εκεί που ζουν οι μνήμες σου, είναι εκεί που πεθαίνουν.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

@webcam
Two hugs.